- Μειωμένη τιμή
Ροζάριο - Άννα Αχμάτοβα
Η συλλογή ποιημάτων της Άννας Αχμάτοβα «Ροζάριο» δημοσιεύτηκε την άνοιξη του 1914, λίγο πριν από την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ιδιαίτερα τα ποιήματα της συλλογής αυτής καθιέρωσαν την Αχμάτοβα και την έκαναν διάσημη σ’ όλη τη Ρωσία.
Η ποίηση της Άννας Αχμάτοβα εκπέμπει τεράστια γοητεία, υπογραμμίζοντας μια αίσθηση πεπρωμένου, που ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας της και άσκησε ιδιαίτερη έλξη, όχι μόνο στη Ρωσία, αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα. Η Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγεβα (που αυτοκτόνησε το 1941) είχε αποκαλέσει την Αχμάτοβα «Άννα Πασών των Ρωσιών».
Η χαρισματική προσωπικότητα της Άννας Αχμάτοβα, ο μυστικιστικός ερωτισμός και η θυελλώδης συναισθηματική ζωή της επηρέασαν, όχι μόνο λογοτέχνες, αλλά και ζωγράφους, γλύπτες και φωτογράφους, οι οποίοι δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στη μυστηριακά ακαταμάχητη γοητεία της.
Ιδιαίτερη έλξη άσκησε η Ρωσίδα ποιήτρια στον Ιταλό ζωγράφο Αμεντέο Μοντιλιάνι, όταν συναντήθηκε μαζί της στο Παρίσι το 1910, όπου η Αχμάτοβα είχε πάει για το μήνα του μέλιτος με τον άντρα της Νικολάι Γκουμιλιόφ. Τον ξανασυνάντησε σ’ ένα δεύτερο ταξίδι της στο Παρίσι το 1911 και έζησαν μαζί μια έντονη ερωτική σχέση. Στο διάστημα αυτό (1910 – 1912), ο Μοντιλιάνι την απαθανάτισε σε δεκαέξι σκίτσα, σε πολλά από αυτά γυμνή, που της τα χάρισε με το χωρισμό τους και που αυτή τα φύλαγε μέχρι το τέλος της ζωής της.
Εργογραφία:
Οι δυο πρώτες ποιητικές συλλογές της ‘Απόβραδο’ και ‘Ροζάριο’ είναι σύντομες λυρικές εξομολογήσεις από την προσωπική ζωή της.
Η συναισθηματική φόρτιση και το προσωπικό της δράμα από τα χρόνια του πολέμου, της Οκτωβριανής Επανάστασης και του εμφυλίου πολέμου εκφράζονται και μετουσιώνονται σε κραυγές πόνου και απογοήτευσης στις συλλογές «Το λευκό κοπάδι» (Bielaia staia, 1917), «Αγριοβότανο» (Prodorojnik, 1921) και «Σωτήριον έτος» (Anno domini, 1922).
Η τρομοκρατία του σταλινικού καθεστώτος, οι προσωπικές διώξεις και οι απαγορεύσεις δημοσίευσης, η καταστροφή των βιβλίων της θίγονται στη συλλογή ποιημάτων της «Ρέκβιεμ» (1935 - 1940), η οποία όμως δεν εκδόθηκε ποτέ στη Σοβιετική Ένωση. Το 1965 δημοσιεύεται «Το διάβα του χρόνου» (Beg vremeni), το τελευταίο βιβλίο της στη διάρκεια της ζωής της.
Τα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου εμπλούτισαν το έργο της με μια ιστορική διάσταση, όπως στο «Ποίημα χωρίς ήρωα» (Poema bez geroja), γραμμένο κατά το μεγαλύτερο μέρος ανάμεσα στα 1940 και 1942.
Αριθμός σελίδων: 127
ISBN: 978-960-99677-7-8
Ημερομηνία έκδοσης: Μάρτιος 2012
Δέσιμο: Μαλακό εξώφυλλο
Διαστάσεις: 16x24
Βιογραφικό
Η ΄Αννα Αχμάτοβα γεννήθηκε στο Μπολσόι – Φοντάν (Bolshoy Fontan), κοντά στην Οδησσό, στις 23 Ιουνίου του 1889. Ο πατέρας της Αντρέι Αντόνοβιτς Γκορένκο (απεβ. 1915) ήταν ηλεκτρολόγος - μηχανολόγος στο ναυτικό. Οι γονείς της μετακόμισαν στην Αγία Πετρούπολη λόγω υπηρεσιακής μετάθεσης του πατέρα της. Εκεί έζησαν οι γονείς της μέχρι το διαζύγιό τους το 1905.
Η Αχμάτοβα μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον προνομιούχο και μια κουλτούρα αριστοκρατική. Πέρασε τα μαθητικά της χρόνια στο κλασικό περιβάλλον του γυμνασίου στο Τσάρσκογιε Σέλο (Tsarskoye Selo), ενώ αποφοίτησε από το λύκειο «Φουντουκλέγιεφ» στο Κίεβο, όπου την είχε στείλει η μητέρα της μετά το χωρισμό των γονέων της. Κατόπιν φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κιέβου. Στα νεανικά της χρόνια διάβασε και επηρεάστηκε από τη σύγχρονη ευρωπαϊκή λογοτεχνία και ιδιαίτερα από τους Σκανδιναβούς συγγραφείς.
Ενώ συνέχιζε ακόμη τις νομικές και φιλολογικές σπουδές της παντρεύτηκε τον Απρίλιο του 1910 τον ποιητή Νικολάι Γκουμιλιόφ και έγινε μέλος στη λογοτεχνική ομάδα της Αγίας Πετρούπολης «Συντεχνία των Ποιητών» (Zech poetow), λίκνου του κινήματος του «ακμεϊσμού», του οποίου πρωτοστάτης και θεωρητικός ήταν ο Γκουμιλιόφ.
Η συμβίωσή της με τον Γκουμιλιόφ άρχισε να γίνεται τελείως συμβατική. Στο γαμήλιο ταξίδι του ζευγαριού στο Παρίσι, η νεόνυμφη Αχμάτοβα κάνει τη γνωριμία της με το νεαρό ζωγράφο Αμεντέο Μοντιλιάνι, με τον οποίο έμελλε αργότερα να ζήσει ένα θυελλώδη έρωτα.
Τον Αύγουστο του 1918, η Αχμάτοβα στα τριάντα χρόνια της παίρνει διαζύγιο από τον Γκουμιλιόφ, ο οποίος εκτελέστηκε από το σοβιετικό καθεστώς το 1921 ως «εχθρός του λαού», ενώ η Αχμάτοβα είχε αποκτήσει μαζί του το 1912 ένα γιο, τον Λεβ Γκουμιλιόφ. Πολύ σύντομα, ξαναπαντρεύτηκε τον εξέχοντα ασσυριολόγο και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης Βλαντιμίρ Σιλέϊκο (Vladimir Shilejko, 1891 – 1930), μεγαλύτερό της σε ηλικία, αλλά και ο δεύτερος αυτός γάμος διαλύθηκε το 1921.
Η Αχμάτοβα, αφού πήρε το διαζύγιό της από τον Σιλέϊκο, παντρεύτηκε για τρίτη φορά το 1923 τον Νικολάι Πούνιν (Νikolay Punin, 1888 – 1953), ιστορικό τέχνης, ο οποίος πέθανε στα σταλινικά γκουλάγκ το 1953. Και ο γιος της Λεβ Γκουμιλιόφ καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια καταναγκαστικά έργα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Σιβηρία, απ’ όπου απελευθερώθηκε οριστικά το 1956.
Με την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία, η Αχμάτοβα αντιστέκεται στον πειρασμό της αποδημίας. Η σταλινική όμως τρομοκρατία με συνεχείς διώξεις, εξορίες, εξευτελισμούς και απαγορεύσεις κυκλοφορίας των έργων της, αν και δεν επηρέασαν την ποιητική δημιουργία της, κλόνισαν σημαντικά την κατάσταση της υγείας της, δεδομένου ότι έπασχε από συνεχή κρούσματα φυματίωσης.
Η απήχηση που έβρισκαν τα ποιήματά της στο κοινό ανησυχούσαν το κομμουνιστικό κόμμα. Τον Αύγουστο του 1946, ύστερα από εισήγηση του αρμοδίου για τον πολιτισμό γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Αντρέι Ζντάνοφ, η Αχμάτοβα καταγγέλθηκε ενώπιον των μελών της Ένωσης Συγγραφέων ως «ιδεολογικός αποδιοργανωτής και εκπρόσωπος του αντιδραστικού σκοταδισμού» και διαγράφηκε από την Ένωση Συγγραφέων, όπου μόνο μετά το θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν ( 1953) αποκαταστάθηκε.
Στις 5 Μαρτίου 1966, η Αχμάτοβα άφησε την τελευταία της πνοή από έμφραγμα σε ηλικία 76 ετών σε ένα σανατόριο στην πόλη Ντομοντέντοβο (Domodedovo), νότια της Μόσχας.